Χρόνιος Βήχας

 Γενικά
Η αντιμετώπιση του χρόνιου βήχα αποτελεί μια πραγματική πρόκληση για τον θεράποντα ιατρό. Ως χρόνιος χαρακτηρίζεται ο βήχας που επιμένει περισσότερο από 2 μήνες (8 εβδομάδες). Υπολογίζεται ότι περίπου το 40% του γενικού πληθυσμού υποφέρει από αυτό το σύμπτωμα. 
Τα αίτια που προκαλούν χρόνιο βήχα είναι πολλά και μπορεί να εντοπίζονται σε οποιοδήποτε σημείο της αναπνευστικής οδού. Γι αυτό το λόγο κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων για την ανεύρεση του πιθανού αιτίου: Γενικός Ιατρός ή Παθολόγος, Ωτορινολαρυγγολόγος, Πνευμονολόγος, Γαστρεντερολόγος, Αλλεργιολόγος, Νευρολόγος και Λογοθεραπευτής είναι ειδικότητες που πιθανώς να χρειαστεί να συνεργαστούν για την διερεύνηση ενός χρόνιου βήχα.

Μηχανισμός 
Ο βήχας αποτελεί ένα φυσιολογικό αντανακλαστικό που έχει σαν σκοπό την προστασία της αναπνευστικής οδού από υπερβολικές εκκρίσεις, ξένα σώματα, ρύπους κτλ. 
Το αντανακλαστικό του βήχα αποτελείται από 3 στάδια:
Στο πρώτο στάδιο ή προσαγωγό οι υποδοχείς του βήχα διεγείρονται από κάποιο ερέθισμα και η διέγερση αυτή μεταφέρεται μέσω τριών νεύρων (πνευμονογαστρικό, τρίδυμο, γλωσσοφαρυγγικό) στο δεύτερο στάδιο ή κεντρικό, στον εγκέφαλο όπου και γίνεται η επεξεργασία του ερεθίσματος. Τέλος από εκεί στο τρίτο στάδιο ή απαγωγό, μέσω κάποιων νεύρων (πνευμονογαστρικό, φρενικό, αυχενικό) προκαλείται σύσπαση ομάδας μυών (λαρυγγικοί, διάφραγμα, αναπνευστικοί, κοιλιακοί, πυελικοί) και εκδηλώνεται ο βήχας.
Το αντανακλαστικό του βήχα φαίνεται να εμφανίζει νευροπλαστικότητα: ο χρόνιος βήχας αυξάνει την ευαισθησία του αντανακλαστικού και σε συνδυασμό με τον χρόνιο ερεθισμό των ιστών δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος (Ο βήχας φέρνει βήχα).
Πρόσφατα έχει προταθεί ο όρος "σύνδρομο υπερευαισθησίας στον βήχα", στο οποίο ο χρόνιος βήχας ωφείλεται σε ένα παθολογικά υπερευαίσθητο αντανακλαστικό. Ασθενείς με το σύνδρομο αυτό έχουν αρνητικό έλεγχο για οποιοδήποτε άλλο πιθανό αίτιο, δεν ανταποκρίνονται στις κοινές θεραπείες, και έχουν μόνο ένα γαργάλημα ή φαγούρα στον λαιμό, ενω είναι ευαίσθητοι σε ερεθίσματα όπως ο κρύος αέρας, οι οσμές και το φαγητό. 
"Το πνευμονογαστρικό είναι το κύριο νεύρο
μέσω του οποίου εκδηλώνεται το αντανακλαστικό του βήχα"


Αίτια, Διάγνωση, Αντιμετώπιση
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω το αίτιο που προκαλεί χρόνιο βήχα μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε από την μύτη και τον ρινοφάρυγγα μέχρι και το τελικό τμήμα του βρογχικού δέντρου.
Η πρόκληση για τον θεράποντα ιατρό έγκειται στο να μπορέσει να διαγνώσει αποτελεσματικά το αίτιο χωρίς να υποβάλει τον ασθενή σε εξουθενωτικό και χρονοβόρο έλεγχο. Αυτό καθίσταται ακόμα δυσκολότερο αν σκεφτούμε ότι συχνά το αίτιο που προκαλεί βήχα δεν είναι ένα αλλά συνδυασμός διαφορετικών αιτίων.
Σε ασθενείς ανοσοεπαρκείς, που δεν καπνίζουν και έχουν φυσιολογική ακτινογραφία θώρακος, τα πιο συχνά αίτια χρόνιου βήχα (92-100%), κατά σειρά συχνότητας είναι:
  • Σύνδρομο βήχα εκ του ανώτερου αεραγωγού/Οπισθορινικός κατάρρους
  • Άσθμα
  • Γαστροοισοφαγική Παλινδρόμηση
Μια τέταρτη αιτία σχετικά συχνή που πρέπει να ληφθεί υπόψιν κατά την αρχική διερεύνηση είναι η μη-ασθματική ηωσινοφιλική βρογχίτιδα.
Η αρχική διερεύνηση ενός ασθενούς με χρόνιο βήχα θα στηριχτεί στο ιστορικό, την κλινική εξέταση και την ακτινογραφία θώρακος. Εμφανή αίτια όπως το κάπνισμα ή η λήψη αντιυπερτασικών της κατηγορίας των αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης, μπορούν εύκολα να διαπιστωθούν από το ιστορικό.
Οπισθορινικός κατάρρους
 Αναφέρεται στην αίσθηση της παρουσίας εκκρίσεων που ρέουν από το πίσω μέρος της μύτης προς τον φάρυγγα, σε συνδυασμό με μια τάση για συχνό καθαρισμό του λαιμού. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν ανευρίσκονται σαφή αντικειμενικά ευρήματα κατά την εξέταση, ενώ το 20% των ασθενών δεν αισθάνονται οπισθορινικές εκκρίσεις ή δεν τις συνδυάζουν με τον βήχα.
Ο οπισθορινικός κατάρρους μαζί με μια πλειάδα παθήσεων της μύτης και των παραρρινίων ανήκουν στο σύνδρομο βήχα εκ του ανώτερου αεραγωγού, το οποίο ευθύνεται για το 87% των περιπτώσεων χρόνιου βήχα. 
Σύνδρομο Βήχα εκ του ανώτερου αεραγωγού
  • Οπισθορινικός κατάρρους
  • Οξεία ρινοκολπίτιδα
  • Αλλεργική μυκητιασική ρινοκολπίτιδα
  •  Αλλεργική ρινίτιδα
  • Μη-αλλεργική ρινίτιδα:
  • Μη αλλεργική ρινίτιδα με ηωσινοφιλία
  • Επαγγελματική ρινίτιδα
  • Μεταφλεγμονώδης ρινίτιδα
  • Ρινίτιδα από ανατομική ανωμαλία
  • Φαρμακευτική Ρινίτιδα
  • Ρινίτιδα της εγκυμοσύνης
  • Αγγειοκινητική Ρινίτιδα
 Όταν υπάρχουν σαφή ευρήματα η θεραπεία θα πρέπει να στηριχτεί στην υποκείμενη παθολογία (πχ σε οξεία ρινοκολπίτιδα χορηγούνται ρινικές πλύσεις, αποσυμφορητικά και αντιβιοτική αγωγή).
Σε απουσία σαφών ευρημάτων η διάγνωση θα στηριχτεί στην θετική ανταπόκριση του βήχα (μετά από 2 εβδομάδες) στις ρινικές πλύσεις, τα αποσυμφορητικά και τα αντιϊσταμινικά. 

Άσθμα
Τα χαρακτηριστικά ευρήματα του άσθματος είναι η διαφόρου βαθμού απόφραξη και υπερευαισθησία του αεραγωγού που εκδηλώνεται με βήχα, δύσπνοια και συριγμό (θόρυβος κατά την αναπνοή).
Όλοι οι ασθενείς με άσθμα εμφανίζουν βήχα, ενώ υπάρχει περίπτωση ο βήχας να αποτελεί και το μοναδικό σύμπτωμα.
Αφού αποκλειστεί η περίπτωση του συνδρόμου βήχα εκ του ανώτερου αεραγωγού, θα πρέπει να διερευνηθεί η περίπτωση άσθματος με σπειρομέτρηση και πνευμονολογική εκτίμηση. 
Η θεραπεία του άσθματος περιλαμβάνει, ανάλογα με την βαρύτητα, την χορήγηση εισπνεόμενων φαρμάκων ( κορτικοστεροειδή, β-2 διεγέρτες), κορτικοστεροειδή από το στόμα και τροποποιητές λευκοτριενίων (Singulair). Ανταπόκριση στην θεραπεία αναμένεται από την πρώτη εβδομάδα, με πλήρη εξάλειψη του βήχα στους 2 μήνες. 
Μη-ασθματική ηωσινοφιλική βρογχίτιδα
Ευθύνεται για το 13-33% αιτίων χρόνιου βήχα και χαρακτηρίζεται από την συσσώρευση ηωσινόφιλων κυττάρων στο βρογχικό δέντρο, προκαλώντας απόφραξη και υπερευαισθησία. Θα πρέπει να διερευνηθεί μετά τον αποκλεισμό του άσθματος. Η διάγνωση στηρίζεται στην εξέταση των πτυέλων για αυξημένα ηωσινόφιλα, και η θεραπεία περιλαμβάνει χορήγηση εισπνεόμενων κορτικοστεροειδών ή από το στόμα σε επίμονες περιπτώσεις. Ανταπόκριση αναμένεται συνήθως στις 4 εβδομάδες.
Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση προκαλεί βήχα με δυο κυρίως μηχανισμούς:
  • διέγερση του οισοφαγο-τραχειβρογχικού αντανακλαστικού από την παρουσία γαστρικού υγρού στον οισοφάγο
  • μικροεισρόφηση γαστρικού υγρού στον λάρυγγα και τους βρόγχους (Λαρυγγοφαρυγγική Παλινδρόμηση) 
Η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση εκδηλώνεται με βήχα, τάση για συχνό καθαρισμό του λαιμού, βραχνάδα και αίσθημα κόμπου στον λαιμό.
Αν αποκλειστούν τα τρία προηγούμενα αίτια (σύνδρομο βήχα εκ του ανώτερου αεραγωγού, άσθμα και μη-ασθματική ηωσινοφιλική βρογχίτιδα) τότε υπάρχει 92% πιθανότητα ο βήχας να οφείλεται στην γαστροοισοφαγική παλιδρόμηση.
Η διάγνωση της πάθησης γίνεται με 24ώρη μέτρηση του pH του οισοφάγου και γαστροσκόπηση. Εναλλακτικά η ενδοσκόπηση του λάρυγγα μπορεί να αποκαλύψει αλλοιώσεις χαρακτηριστικές της παλινδρόμησης.
Η θεραπεία περιλαμβάνει την χορήγηση φαρμάκων που μειώνουν την έκκριση γαστρικού υγρού καθώς και διαιτητικές αλλαγές. Ανταπόκριση μπορεί να εμφανιστεί στις 2 εβδομάδες, αλλά απαιτούνται τουλάχιστον 1-2 μήνες θεραπείας για την σωστή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. 

Άλλα αίτια χρόνιου βήχα
Περιληπτικά αναφέρονται:
  • Βρογχεκτασία
  • Βρογχιολίτιδα
  • Χρόνια εισρόφηση
  • Βρογχογενές καρκίνωμα
  • Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια
  • Συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια
  • Ξένο σώμα στους βρόγχους (κυρίως στα παιδιά!)
  • Ξένο σώμα ή κυψελίδα στο αυτί
  • Νευρομυϊκές διαταραχές
  • Διάμεση πνευμονική νόσος
  • Κοκκύτης
  • Ψυχογενής Βήχας
  • Σαρκοείδωση
  • Τραχειοισοφαγικό Συρίγγιο
  • Φυματίωση
  • Εκκόλπωμα Zenker

 Πηγή: www.medscaspe.com